- Κορίνθιον
- Κορίνθιοςcourtesanmasc acc sgΚορίνθιοςcourtesanneut nom/voc/acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
κορίθι — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 170 μ., 122 κάτ.) της Ζακύνθου. Βρίσκεται στο βόρειο άκρο του νησιού, 41 χλμ. ΒΔ της πόλης της Ζακύνθου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Ελατίων του νομού Ζακύνθου. * * * το είδος λευκού σταφυλιού με επίμηκες σχήμα, αλλ.… … Dictionary of Greek